ΜΠΑΚΑΛΧΟΡΑΝΙ
Μπορεί ένας εύζων με φουστανέλα και τσαρούχια να κυκλοφορεί στην Κωνσταντινούπολη; Βεβαίως. Τις απόκριες! Η πανάρχαια ανάγκη του ανθρώπου πίσω από τη μάσκα να προβάλει, να σατιρίσει και να καυτηριάσει στραβά κι ανάποδα της ζωής λυτρώνει την κοινωνία από πολλές εντάσεις. Έχω δει στα καστοριανά Ραγκουτσάρια, αξιοπρεπέστατους ανθρώπους διονυσιασμένους κυριολεκτικά, να τραγουδούν σκωπτικά άσματα «κατωτάτου επιπέδου» και το επόμενο πρωί οχυρωμένοι μέσα στο σκούρο κοστούμι τους να εφορμούν στις ασχολίες ενός απολύτως συντηρητικού βίου. Άλλωστε και στο θέατρο το ίδιο κάνουμε. Πίσω από έναν ρόλο μιλούμε για οικεία κακά, «χωρίς παρεξήγηση» κυριολεκτικά. Η ρωμιοσύνη της Κωνσταντινούπολης λοιπόν, είχε από παλιά, το δικό της καρναβάλι. Μπακαλχοράνι λεγότανε και ο τόπος όπου λάβαινε χώρα πάντα την Καθαρά Δευτέρα ήταν τα Ταταύλα, ή Κουρτουλούς. Μια συνοικία κοντά στο Πέρα, εξαιρετικά ανηφορική. Δεν ανεβαίνεις εύκολα τη μεγάλη ανηφόρα, εξού και το: «Καροτσέρη τράβα να πάμε στα Ταταύλα». Στο ψηλότερο σημείο υπάρχουν οι ναοί του Αγίου Δημητρίου και του Αγίου Αθανασίου. Ανάμεσά τους ατέλειωτα μποστάνια παλιότερα, πυκνή δομή πολυκατοικιών σήμερα. Τα Ταταύλα, ήταν μια συνοικία αποκλειστικά ελληνική, σύμφωνα με οθωμανικό φιρμάνι. Έντονη ήταν πάντα και η πνευματική της ζωή. Από τον δέκατο ένατο αιώνα, δίνονταν παραστάσεις θεατρικών έργων, γίνονταν εκδόσεις βιβλίων συγκεντρώνοντας πλήθος φιλότεχνων…