Κλάδος της υποκριτικής και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα περιοχή του Θεάτρου, είναι η «Μιμική» και το θέατρο των Μίμων. «Σιωπηλό Θέατρο» θα το λέγαμε, ή «βουβό θέατρο». Στις μέρες…
Κλάδος της υποκριτικής και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα περιοχή του Θεάτρου, είναι η «Μιμική» και το θέατρο των Μίμων. «Σιωπηλό Θέατρο» θα το λέγαμε, ή «βουβό θέατρο». Στις μέρες μας διακονείται με επιτυχία από σπουδαίους δημιουργούς του είδους, πάνω στην κατεύθυνση που χάραξε κατά τη σύγχρονη εποχή, ο Γάλλος Μαρσέλ Μαρσώ. Επηρεασμένος από τον Τσάρλυ Τσάπλιν, παρουσιάζει το 1946 το πρώτο του μιμόδραμα, ακολουθώντας τα ίχνη του «χαμινιού» και δημιουργώντας ένα δικό του πρόσωπο, τον κλόουν Μπιπ. Με την ίδρυση της δικής του σχολής, τη δεκαετία του ’70, εκπαίδευσε πολλούς ταλαντούχους μίμους, που εξέλιξαν το είδος του θεάτρου αυτού. Μας δίνουν παραστάσεις εξαιρετικής γοητείας, θεατρικά δρώμενα που απελευθερώνουν τη φαντασία και μιλούν βαθειά στην ψυχή του θεατή. Την ίδια εποχή, δρουν και άλλοι σπουδαίοι δάσκαλοι της μιμικής, όπως ο Ζακ Λεκόκ, που είχε ως επίκεντρο της παιδαγωγικής του μεθόδου τη μάσκα. Η Γαλλία λοιπόν, αυτά τα χρόνια έγινε το κέντρο της αναβίωσης και εξέλιξης μιας τέχνης πανάρχαιας.
Η αρχή, έγινε στην Αρχαία Ελλάδα. Η μιμώ, ήταν ο πίθηκος. Οι καλλιτέχνες μίμοι (που λειτουργούσαν σαν πίθηκοι δηλαδή), πρόσφεραν ένα θέαμα κατώτερο, που περιείχε σύντομες θεατρικές σκηνές της καθημερινής ζωής όπου στηλιτεύονταν τα κακά και ανάποδα του κοινού βίου. Αργότερα, κατά την Ελληνιστική εποχή, ο μίμος ταυτίσθηκε με τους πλάνητες γελωτοποιούς και θαυματοποιούς. Κάνοντας το πέρασμα της από το Βυζάντιο, πάλι ως θεατρικό είδος για τον όχλο η τέχνη του μίμου, δίνει στοιχεία της στην κατοπινή Κομέντια Ντελ Άρτε, για να σκαρφαλώσει στο τέλος του 19ου αιώνα και να εμφανισθεί πάλι, μέσω των «βωβών ταινιών». Κορυφαίος του είδους, ο Αμερικανός ηθοποιός και σκηνοθέτης Μπάστερ Κήτον, που με την αγέλαστη έκφραση του και ταυτόχρονα με το εύκαμπτο σώμα του, κέρδισε την αγάπη του κοινού και καταγράφηκε ως ένας από τους επτά κορυφαίους σκηνοθέτες όλων των εποχών. Στη σημερινή εποχή, ένας από τους πιο σημαντικούς μίμους, θεωρείται ο Αργεντινός Pablo Zibes. Παρακολούθησε την σχολή Θεάτρου και στη συνέχεια αφιερώθηκε στην παντομίμα. Ταξιδεύοντας στον κόσμο και περνώντας από την Ευρώπη, έγινε «καλλιτέχνης του δρόμου», εμφανιζόμενος παράλληλα σε φεστιβάλ, τηλεοπτικές εκπομπές και άλλες διοργανώσεις.
Στη χώρα μας, όπου δημιουργούν αρκετοί μαθητές του Μαρσώ αλλά και του Λεκόκ, η μιμική αναπτύσσεται αργά, αλλά σταθερά, κερδίζοντας φανατικούς θαυμαστές. Διδάσκεται στις σχολές θεάτρου, χρησιμοποιείται σε ομάδες που έχουν ανάγκη να εκφρασθούν και να γνωρίσουν καλύτερα τον εαυτό τους, την συναντούμε σε παραστάσεις – μιμοδράματα, και ακόμα η μιμική έρχεται αρωγός του «συμβατικού» θεάτρου, όταν το έργο, ή η σκηνοθεσία τη χρειάζεται.
Η τέχνη του μίμου είναι μια τέχνη επίπονη. Απαιτεί δυνατή εσωτερική αυτογνωσία, γερά νεύρα, φαντασία, τόλμη στο να εκφράζεται κανείς και πάνω από όλα, ισχυρό θεατρικό ένστικτο. Να «βλέπει» δηλαδή ο μίμος με τα μάτια του θεατρίνου, αυτά που θα δει με τα δικά του μάτια ο θεατής.
Ακολουθώντας κάποιος τον δρόμο του μίμου, ξέρει πως πρέπει να προετοιμάζεται μόνος του δουλεύοντας σκληρά , πως δεν θα του ανοίξουν τις πόρτες το σταρ σύστεμ και τα λαμπερά θέατρα, δεν θα γίνει πλούσιος όπως ένας ηθοποιός που παίζει σε μία επιτυχημένη σαπουνόπερα. Θα έχει όμως κατακτήσει την εσωτερική του ισορροπία και αν είναι καλός, θα έχει κατακτήσει και την ιδιαίτερη αγάπη του κοινού.
*Μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Περιφέρειας Αττικής.
(ΠΗΓΗ : http://www.avgi.gr/article/10971/9133766/mimoi-siopeloi )