Τρεις δίκες για τον φασισμό

Τρεις δίκες για τον φασισμό

Μόλις τρεις μέρες πριν ο δημοκρατικός κόσμος, το αντιφασιστικό κίνημα, η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών της χώρας μας έζησαν στιγμές δημοκρατικού θριάμβου. Χαμόγελα στα χείλη, χαρά στα μάτια κι ένα πάνδημο ξέσπασμα για την απόφαση του δικαστηρίου που δίκασε την υπόθεση της εγκληματικής νεοναζιστικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή.

Σωστά επισημάνθηκε πως είναι η πρώτη δίκη μετά από εκείνη της Νυρεμβέργης που καταδικάζει τους φασίστες (20.11.1945 έως 1.10.1946). Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, στη Νυρεμβέργη, όπου έστηνε τις παράτες του ο Χίτλερ, διεξήχθη η δίκη των ναζιστών εγκληματιών πολέμου που αιματοκύλησαν την ανθρωπότητα. Εκείνη η δίκη είχε διαρκέσει έναν χρόνο. Αργότερα διεξήχθη η Δίκη του  Άουσβιτς (20.12.1963 έως 19.8.1965) για τους βασανιστές χιλιάδων ανθρώπων. Αυτή η δίκη διήρκεσε έναν χρόνο και οκτώ μήνες. Η εδώ δίκη της Χ.Α. χρειάστηκε πέντε χρόνια έως ότου να ολοκληρωθεί. Το αποτέλεσμα δικαιώνει τα θύματα των εγκληματιών νεοναζιστών και δίνει μια βαθιά ανάσα δικαιοσύνης και ελπίδας στην κοινωνία. Να σημειώσουμε τη γενναιότητα της Μάγδας Φύσσα, των συνηγόρων, εκείνων που συμπαραστάθηκαν στις αίθουσες με τα χυδαία θηρία που ρωτούσαν την εμβληματική «Μάνα κουράγιο» «Πού είναι ο Παύλος σου τώρα;».

Η τέχνη εμπνέεται από τα πάντα και επιστρέφει δώρα αγάπης. Εμπνέεται ακόμα και από μια δίκη σαν κι αυτές. Η δική μας δίκη εδώ θα δώσει και τους καρπούς τέχνης.  Όμως οι δίκες που έγιναν αμέσως μετά τη συντριβή του φασισμού έδωσαν σπουδαία έργα.

Ο Γερμανός συγγραφέας Πέτερ Βάις, που υπέστη ουκ ολίγα από το χιτλερικό καθεστώς, γράφει το 1960 το συγκλονιστικό θεατρικό έργο «Ανάκριση». Βασισμένος στα πρακτικά της δίκης της Φραγκφούρτης, δημιουργεί μια θεατρική καταγγελία για την οικονομική και πολιτική ελίτ που άνοιξε την πόρτα στον Χίτλερ και το καθεστώς του. Για εκείνη την τάξη που ωφελήθηκε από τον ναζισμό και τον πόλεμο. Αντιπαραθέτει σ’ αυτό μαρτυρίες κρατουμένων απέναντι σ’ εκείνες των δήμιων τους στο  Άουσβιτς. Αποκαλύπτει την ψυχολογία αλλά και τη λειτουργία τής εξολοθρευτικής μηχανής που λειτούργησε σ’ αυτά τα κολαστήρια. Απευθύνεται στους συμπατριώτες του. Σε όσους συμμετείχαν στο έγκλημα, σ’ αυτούς που το ανέχθηκαν και σ’ εκείνους που υπήρξαν θύματα. Αλλά το στέλνει και στους ξένους. Σαν να τους προκαλεί να σκεφτούν τι θα έκαναν αυτοί αν στην πατρίδα τους λάβαινε χώρα το ίδιο κακό.

Στην «Ανάκριση»* η ποίηση συνυπάρχει με την ωμή φρίκη.

Μάρτυς 6: «… Μας έλεγαν: ‘Βλέπετε τον καπνό εκεί πέρα πίσω απ τα παραπήγματα; Αυτός ο καπνός είναι οι γυναίκες και τα παιδιά σας. Μα και για σας που μπήκατε στο στρατόπεδο δεν υπάρχει τώρα παρά μία έξοδος. Μέσα από τον καπνό των φουγάρων…’. Ανάμεσα στους πεθαμένους ήταν ένα κοριτσόπουλο. Το τράβηξα έξω, και το ρώτησα ‘ποια είσαι εσύ; Πόσον καιρό είσαι εδώ;’. Δεν ξέρω μου είπε. ‘Γιατί είσαι με τους πεθαμένους;’ το ρώτησα. Τότε μου αποκρίθηκε: ‘Με τους ζωντανούς δεν μπορώ να είμαι’. Το βράδυ είχε πεθάνει».

Οι απολογίες των δήμιων αφοπλιστικές:

Μάρτυς 1: «Εγώ έπρεπε να φροντίζω να είναι οι σιδηροδρομικές αρτηρίες εντάξει. Να ρυθμίζονται η άφιξη και η αναχώρηση των κρατουμένων σύμφωνα με το δρομολόγιο… Εγώ εκτελούσα μόνο οδηγίες».

Κατήγορος: «Κατηγορούμενε Μούλκα, υπασπιστή του διοικητή, είδατε την αγχόνη;»

Κατηγορούμενος 1: «Όχι. Η δουλειά μου ήταν διοικητική. Εγώ κυκλοφορούσα μονάχα στα γραφεία».

Κανείς από αυτούς δεν είδε ούτε άκουσε τίποτα.  Ήταν απλώς και μόνο νομοταγείς πολίτες που έκαναν τη δουλειά τους. Κάποιοι, πάλι, κέρδισαν πολλά!

Κατήγορος: «Τι σκόπευαν να κάνουν αυτούς τους ανθρώπους;».

Μάρτυς 1: «Τους προόριζαν για τα τάγματα εργασίας. Εκεί ήταν οι εγκαταστάσεις των εργοστασίων Krups και Siemens».

Έτσι λοιπόν κλείνει ο κύκλος του τρόμου. Οι βιομηχανίες πρέπει να παράγουν. Και χρειάζονται φθηνό εργατικό δυναμικό. Είτε από τα «τάγματα εργασίας» του Χίτλερ, είτε από τους λαούς των χωρών σε κρίση – ή «κρίση».

Η Ιστορία κατέληξε με πλήρη αντικειμενικότητα για το ποιος επώασε το αυγό του φιδιού στη Γερμανία του ’30, καθώς και για τα εγκλήματα του ναζιστικού καθεστώτος. Γνωστές έγιναν και οι πηγές χρηματοδότησής τους.

Εδώ στην πατρίδα μας είναι γνωστοί όλοι αυτοί που «τους άνοιξαν την πόρτα». Στο σύστημα του μεγάλου πλούτου, στα μίντια, στην καθημερινή μας ζωή. Και βέβαια αμείφθηκαν.  Έκαναν τη δουλειά τους και μετά τους πέταξαν. Και τούτο γιατί φαίνεται πως εφεδρείες υπάρχουν. Γι’ αυτό πρέπει ο δημοκρατικός κόσμος να έχει τα μάτια ανοιχτά. Γιατί θα προσπαθήσουν να επανέλθουν. Να τους επαναφέρουν…

* Η μετάφραση των αποσπασμάτων της «Ανάκρισης» είναι του Πέτρου Μάρκαρη

Πηγή: Η Αυγή