Τα τραγούδια και οι μουσικές του Καραγκιόζη

Τα τραγούδια και οι μουσικές του Καραγκιόζη

Βασικό στοιχείο των παραστατικών τεχνών υπήρξε πάντα η μουσική. Χορογραφεί κανείς πάνω στη μουσική. «Ντύνει» την κινηματογραφική αφήγηση με μουσική. Πλουτίζει μια θεατρική παράσταση, την εξελίσσει και την αναδεικνύει με τη μουσική και τα τραγούδια.

Αυτές οι μουσικές και τα τραγούδια αντιστοιχούν και πηγάζουν μέσα από την αισθητική των θεατρικών ειδών και των έργων, των οποίων αποτελούν αναπόσπαστο μέρος συνδημιουργίας. Μια κωμωδία του Αριστοφάνη, έχει τις δικές της ιδιαίτερες ανάγκες. Τόσο στις μουσικές πάνω στις οποίες θα βασισθεί η όρχηση, όσο και στο τραγούδισμα των χορικών του έργου. Τον ανάλογο μουσικό κόσμο αναζητούν οι μουσικές και τα άσματα σε ένα έργο αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, μιας παράστασης Comedia dei Arte, ενός κωμειδυλλίου, μιας μουσικής επιθεώρησης, κ.λπ.

Τις δικές του μουσικές και τραγούδια, δημιούργησε και το Ελληνικό Θέατρο Σκιών. Παρ’ ότι πρόκειται για μια παραστατική τέχνη που βασίζεται στην απεικόνιση ηρώων και δράσης στον φωτισμένο μπερντέ, με τους δικούς της αυστηρούς αισθητικά όρους, αναζήτησε εν τούτοις τη συνδρομή της μουσικής και των τραγουδιών για να κάνει τις παραστάσεις της ελκυστικότερες. Συνδύασε αριστοτεχνικά το οπτικό στοιχείο με το ηχητικό, δημιουργώντας μουσικές και τραγούδια – σύμβολα που παραπέμπουν σε συγκεκριμένους ήρωες. Έχουμε λοιπόν το τραγούδι του μπάρμπα Γιώργου, του Εβραίου, το χασαποσέρβικο που χορεύει ο Καραγκιόζης και τα κολλητήρια, κ.λπ. Τα τραγούδια αυτά, προηγούνται της εισόδου κάποιου χάρτινου ήρωα στον μπερντέ. Ακούγοντας την εισαγωγή του κλαρίνου και τους στίχους «Σήκω Δημήτρω μ κι άλλαξε», ξέρουμε πως θα εμφανισθεί ο Μπαρμπαγιώργος. Ο αμανές με τους στίχους «Το πες και το ’κανες αμάν καλέ και πήγες μ’ άλλονε γκιουλέ γκιουλέ» μας προαναγγέλλει την είσοδο του Χατζιαβάτη. Με το τραγούδι «Του καημένου του Μπουχώρη» εμφανίζεται ο Σταύρακας, με το «Σου λένε Πάτρα Πειραιά» έρχεται ο Σιόρ Διονύσιος. Με το «Μένα με λεν Ομορφονιό Με λεν χρυσό καμάρι. Όλες οι νιές τρελαίνονται ποια να με πρωτοπάρει» εισέρχεται στον μπερντέ ο Ομορφονιός. Με το κλέφτικο παραδοσιακό τραγούδι «Κλείσαν οι στράτες του Μωριά», κάνει την εμφάνιση του ο Βεληγκέκας. Κάθε φιγούρα λοιπόν, έχει το δικό της σήμα. Οπτικό και ηχητικό.

Οι «μουσικοί του μπερντέ» εξελίχθηκαν σε μια ειδική κατηγορία μουσικών, με εξειδίκευση στο είδος και τη δική της ιεραρχία. Ο Σωτήρης Σπαθάρης μας πληροφορεί, πως ξεκινώντας για να κλείσουν πιάτσες οι καραγκιοζοπαίχτες για παραστάσεις στην επαρχία, θα έπρεπε να έχουν στους συνεργάτες τους και έναν καλό «αμανετζή», μιας και η μουσική του μπερντέ ήταν σπουδαίο και αποφασιστικό στοιχείο για την επιτυχία της παράστασης. Ένα παράλληλο γλέντι στήνονταν με την ορχήστρα και τον τραγουδιστή του θιάσου σκιών ενός σοβαρού καραγκιοζοπαίχτη. Το λαϊκό κοινό των παλιότερων εποχών που γέμιζε τις παραστάσεις καραγκιόζη, διασκέδαζε με τα τραγούδια, στήνοντας γλέντι σε εποχές και για τάξεις αδύναμες οικονομικά. Ο σπουδαίος πατρινός Μόλας αλλά και ο Χαρίδιμος, είχαν στις παραστάσεις τους ορχήστρα δέκα μουσικών οργάνων. Κλαρίνο, βιολί, σαντούρι, πιάνο, ακορντεόν, τρομπέτα, κλαρινέτα, κιθάρα και γκρανκάσα με τύμπανο, πιατίνια κ.λπ. Έχουν διασωθεί ονόματα σπουδαίων μουσικών του είδους, όπως ο Σμυρνιός βιολάτορας Γιάννης Δραγάτσης ή Ογδοντάκης, ο κλαρινετίστας Σταλίμερος, αλλά και ο σπουδαίος τρομπετίστας και μετέπειτα συνθέτης ελαφρών ελληνικών τραγουδιών Γιώργος Μουζάκης που σε παραστάσεις του καραγκιόζη ξεκίνησε την καριέρα του.

Καλλίφωνοι καραγκιοζοπαίχτες, έπαιζαν πολλάκις και τον ρόλο του τραγουδιστή. Ο Δημήτριος Σαρντούνης (1865 – 1913), που δεν είναι άλλος από τον σπουδαίο Μίμαρο, τον πατριάρχη του Ελληνικού Καραγκιόζη, ήταν και πρωτοψάλτης στον Άγιο Ανδρέα και την Παντάνασσα Πατρών. Άλλοι καλλίφωνοι καραγκιοζοπαίχτες ήταν οι Δημήτρης Μανωλόπουλος, Νάσος Φωτεινός, Κώστας Καρεκλάς, Ανδρέας Αγιομαυρίτης και άλλοι πολλοί.

Σε συλλογές ερευνητών, υπάρχουν δίσκοι 78 στροφών όπου έχουν γραμμοφωνηθεί, τραγούδια και μουσικές του καραγκιόζη. Οι καραγκιοζίστικες μουσικές κομπανίες όμως, άρχισαν να φθίνουν μετά την δεκαετία του ’60, όταν το μαγνητόφωνο μπήκε στη ζωή του θεάτρου σκιών. Οι σημερινοί καραγκιοζοπαίχτες παίζουν συνήθως με μαγνητοφωνημένα τραγούδια. Αραιά και που, συναντά κανείς παραστάσεις με έναν – δύο μουσικούς που παίζουν ζωντανά.

Όμως η συντεχνία των μουσικών του μπερντέ, υπήρξε το πάλαι ποτέ, μια κραταιά μουσική συντεχνία που έδωσε σπουδαίους καρπούς και διασκέδασε το λαϊκό κοινό χαρίζοντας του απαράμιλλες μουσικές και τραγούδια.

 

 

Πηγή: Η Αυγή