Το Εθνικό Θέατρο βρίσκεται τις τελευταίες μέρες στο μάτι του κυκλώνα που σαρώνει τον καλλιτεχνικό κόσμο και αφορά ανάρμοστες συμπεριφορές και ποινικά κολάσιμες πράξεις. Επί μέρες, κι ενώ οι φήμες «σέρνονταν» κι ενώ οι σπουδαστές της Δραματικής Σχολής του με επιστολή τους έδειχναν ότι κάτι «σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας», το υπουργείο Πολιτισμού είχε επιβάλλει με αλαζονικό ύφος τη σιωπή. Μέχρι που ήρθε η αινιγματική παραίτηση του Διευθυντού του Θεάτρου κ. Δ. Λιγνάδη, η οποία κατά δραματική σύμπτωση συνέπεσε με μια συνταρακτική (ανώνυμη) συνέντευξη για βαριά σεξουαλική κακοποίηση από καθηγητή του Εθνικού Θεάτρου το 2005.
Μετά από αυτές τις δραματικές εξελίξεις, έχει φτάσει η ώρα του εισαγγελικού ελέγχου, όχι μόνο για το πρόσφατο παρελθόν, αλλά σε βάθος χρόνου. Το υπουργείο Πολιτισμού οφείλει να κινηθεί γρήγορα προς αυτή την κατεύθυνση. Να μην θεωρήσει ότι με την παραίτηση Λιγνάδη η «υπόθεση έκλεισε». Να μην προσπαθήσει να συγκαλύψει κανέναν και τίποτα. Το Εθνικό Θέατρο είναι δημόσιος οργανισμός και ένας από τους πυλώνες Πολιτισμού της χώρας. Η κάθαρση που θα επέλθει με την αποκάλυψη και τη δικαίωση των θυμάτων είναι χρέος της δημοκρατικής Πολιτείας, είναι καθήκον όλων μας.
Οι καταστροφικές για τους θεσμούς συνέπειες του επιτελικού κράτους του κ. Μητσοτάκη επιβεβαιώνονται με δραματικό τρόπο στην περίπτωση του Εθνικού Θεάτρου. «Ξήλωσε» με ένα νόμο και ένα άρθρο το νόμο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ σύμφωνα με τον οποίο η θέση των Διευθυντών στα Κρατικά Θέατρα έπρεπε να τίθεται σε δημόσια προκήρυξη. Το επιτελικό κράτος ωστόσο όρισε ότι ο Πολιτισμός –όπως και πολλά άλλα- του ανήκει προνομιακά, και οι θέσεις των διευθυντών καλύπτονται με προσωπική επιλογή των «αρίστων».
Οι προσωπικές επιλογές έχουν κόστος. Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού (κα Μενδώνη, κ. Γιατρομανωλάκης) οφείλει να ακολουθήσει το παράδειγμα του κ. Λιγνάδη. Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες του επιτελικού κράτους του.