Η τρέλα, ως εκφράζουσα ίσως την πιο ακραία ανθρώπινη κατάσταση μετά τον θάνατο, εντυπωσίασε τον άνθρωπο από τα πιο πρώιμα στάδια της εξέλιξής του έως τις ημέρες μας. Το δέος που γεννά ο τρελός, φανερώνει στον καθένα μας μια εικόνα που δεν κατανοούμε και που φοβόμαστε πως θα μπορούσε να είναι και η δική μας. Ο κόσμος της τρέλας δεν μπορεί να βιωθεί, ούτε καν να κατανοηθεί, παρά μόνον από όσους κατέχονται από αυτήν. Ο τρελός λοιπόν γίνεται ένα ξεχωριστό άτομο, σεβαστό και ενίοτε ιερό από τις κοινωνίες. Και ακόμα, γίνεται πρόσωπο επεξεργασίας από την επιστήμη, αλλά και από την τέχνη.
Σε όλες τις εποχές η κατάσταση της τρέλας αποτέλεσε βολικό όχημα για την εκδήλωση έμμεσης διαμαρτυρίας απέναντι στην εξουσία. Ο «τρελός της αυλής» έπαιζε κατά τα μεσαιωνικά χρόνια σπουδαίο ρόλο. Κάποιος κατά τεκμήριο απόλυτα σώφρων ρίσκαρε να λέει σκληρές αλήθειες στον βασιλιά διασκεδάζοντας τον. Είναι ο γελωτοποιός που κρύβει την ευφυΐα του στην καμπούρα του, αληθινή ή ψεύτική, στην όποια δυσμορφία του, στην εκφραστική του δεινότητα. Ακόμα, στα προκλητικά πολύχρωμα κοστούμια και τα αστεία καπέλα και κουδουνάκια, σαν αυτά που υποχρεωτικά φορούσαν οι πραγματικοί τρελοί, ώστε να προειδοποιούν τους «κανονικούς» ανθρώπους για την έλευσή τους.
Γελωτοποιούς όμως είχε και ο φτωχός λαός. Οι συντεχνίες που διοργάνωναν διασκεδάσεις στη μεσαιωνική Ευρώπη, ανέθεταν σε αυτούς τους «τρελούς» την πρωτοκαθεδρία και το απόλυτο πρόσταγμα της γιορτής. Το κοστούμι κι εδώ, ανάλογο. Πολύχρωμο πανωφόρι, παντελόνι εφαρμοστό, ουρά γαϊδάρου και κουκούλα με κέρατα ή μεγάλα αυτιά, γαϊδουρινά κι αυτά.
Η παρωδία της τρέλας χρησιμοποιήθηκε ακόμα και στην Εκκλησία, δίνοντας λυτρωτική διέξοδο στην καταπίεση των ανώτερων κληρικών της Καθολικής Εκκλησίας προς κατώτερους λειτουργούς της. Ήταν το πρωτοχρονιάτικο «Πανηγύρι των τρελών». Εκτός επισήμων τελετών, οι χαμηλόβαθμοι παπάδες, «αντιποιούμενοι αρχήν», παρωδούσαν την ίδια τη θεία λειτουργία και καυτηρίαζαν τον βίο και την πολιτεία των επισκόπων, παριστάνοντάς τους εν μέσω ιλαρής ατμόσφαιρας.
Επιστρέφοντας στο χώρο της τέχνης, ο Αισχύλος μάς δίνει δύο υπέροχες εκδοχές ιεράς τρέλας. Την Ιώ στον «Προμηθέα Δεσμώτη» και την Κασσάνδρα στον «Αγαμέμνονά» του. Σε υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο αποκάλυψε τους «τρελούς» του και ο Σαίξπηρ. Αν γενικώς ο λόγος του τρελού χαρακτηρίζεται από έναν όμορφο παραλογισμό, γοητευτική φαντασία και ταυτόχρονα αναφορές σε βωμολοχίες, καθώς και χαριτωμένες ή χοντροκομμένες ύβρεις, η πένα του μεγάλου συγγραφέα, ανέβασε αυτόν τον λόγο σε υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο.
Αναγνωρίσαμε πως είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς την κατάσταση της τρέλας μαζί με τα συναισθήματα του τρελού. Το μόνο κλειδί που μπορεί να εξασφαλίσει στους «κανονικούς» ανθρώπους μια χαραμάδα παράλογου και της αίσθησής του είναι, όπως σημειώσαμε, η τέχνη. Εκείνη η τέχνη που αναζητά την πρωτοτυπία ενάντια στην κοινοτοπία, που προσπαθεί να γεννήσει πρόσωπα και καταστάσεις «σαν» ζωντανές, που πασχίζει να αποκαλύψει προσωπικές και ταυτόχρονα διαχρονικά ιστορικές αλήθειες.
«Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια» λέει η οικεία μας ελληνική παροιμία. Κατά τον Σενέκα, «δεν υπάρχει μεγαλοφυΐα χωρίς κάποια δόση τρέλας». Ενώ ο Ίων Δραγούμης πιστεύει πως «η φρονιμάδα είναι τυφλή, η τρέλα έχει μάτια και βλέπει». Τέλος, η Βίβλος τοποθετεί τα πράγματα στη θέση τους: «Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι».
Ερχόμαστε ξανά λοιπόν σε αυτό που σημειώσαμε στην αρχή. Η τρέλα είναι ό,τι πιο κοντινό στον θάνατο. Όμως, όπως μας κληροδότησαν στα έργα τους σπουδαίοι δημιουργοί, αλλά και η ίδια η ιστορία του ανθρώπου, η τρέλα είναι ταυτόχρονα και ό,τι πιο κοντινό στη ζωή.
* Ο Πάνος Σκουρολιάκος είναι μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Περιφέρειας Αττικής
(ΠΗΓΗ : http://www.avgi.gr/article/10812/9449503/trela-e-iere )