Γράφει ο Πάνος Σκουρολιάκος*
Ιλιγγιώδεις είναι οι τεχνολογικές εξελίξεις που ζούμε αυτές τις δυό τρείς δεκαετίες. Με ταχύτητα φωτός η τεχνολογία μας εφοδίασε με κινητά τηλέφωνα, υπολογιστές, ψηφιακές μορφές ακρόασης, θέασης και ένα σωρό άλλες «πολυτέλειες».
Η υπερπαραγωγή των ψηφιακών μορφών ακρόασης, τα cd δηλαδή, που προσφέρονται δωρεάν με οποιοδήποτε προϊόν, από εφημερίδα έως εσώρουχα, τα κατέστησαν τον αδιαμφισβήτητο κυρίαρχο της αγοράς. Να όμως που αργά αλλά σταθερά, βρίσκουν μπροστά τους έναν πρόγονό τους που επιστρέφει απειλητικά.
Αυτός ο όχι και τόσο μακρινός πρόγονος, δεν είναι άλλος από το βινύλιο. Οι φανατικοί θαυμαστές του, υποστηρίζουν πως εκείνο το μαύρο δισκάκι που έμπαινε στα πικαπ των παλιότερων εποχών και ζωντάνευε τα νεανικά πάρτι αλλά και τα οικογενειακά γλέντια, είναι ένα προϊόν χειροποίητο, άρα έμψυχο. Επιμένουν πως ο ψηφιακός ήχος ενός cd, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποδώσει τον ζεστό και οικείο ήχο του βινυλίου.
Η αλήθεια είναι πως η ψηφιακή μορφή μουσικής ακρόασης, γεννήθηκε σε μια εποχή όπου το γρήγορο και το άμεσο στην πληροφορία (πολιτική, κοινωνική, πολιτιστική), υπερίσχυσε της ποιότητας και πολλές φορές της αξιοπιστίας και της εγκυρότητας. Επιστρέφοντας το βινύλιο σε μια εποχή κρίσης, καλύπτει την ανάγκη ενός κοινού που αποζητά να έρθει σε επαφή με ήχους και καταστάσεις που στο παρελθόν το καθόρισαν και το σημάδεψαν. Αλλά το βινύλιο ασκεί μια μαγική έλξη και σε νεώτερες γενιές που δεν το γνώρισαν στην πλήρη δόξα και παντοκρατορία του.
Στοιχεία του 2014 πιστοποιούν πως ανάμεσα σε 164 δισεκατομμύρια downloads, πουλήθηκαν 9,2 εκατομμύρια δίσκων βινυλίου. Φυσικό είναι να ξαναζεσταίνεται η αγορά των πικάπ, ενώ χιλιάδες από αυτά εγκαταλείπουν τα ράφια και τις αποθήκες των σπιτιών, επισκευάζονται και ξαναπιάνουν δουλειά!
Στη χώρα μας, μια παρέα φανατικών του βινυλίου, πυροδότησε την επανεμφάνισή του, διοργανώνοντας κάθε έξι μήνες (Οκτώβριο και Μάρτιο), στην Τεχνόπολη στο Γκάζι, την εκδήλωση Vinyl is back . Ένας απ αυτούς, ο δημοσιογράφος Γιάννης Αλεξίου, συγγραφέας του βιβλίου «Βινύλιο, τα καλύτερά μας χρόνια!» ( εκδ. Φαρφουλάς), σημειώνει πως σε αυτό «… ξετυλίγεται μια εποχή χωρίς ιντερνέτ, γεμάτη πάρτι, χορό στις ντισκοτέκ, ροκ κλαμπ, ροκάδες και καρεκλάδες, καλό ραδιόφωνο, καλό ποδόσφαιρο και δισκάδικα σε κάθε γειτονιά».
Η αλήθεια είναι πως η αγάπη του ελληνικού κοινού για αυτούς τους παλιακούς μαύρους δίσκους δεν εξέλειπε ούτε στιγμή. Απόδειξη είναι πως στην Αθήνα, αναλογικά, λειτουργούν τα περισσότερα δισκάδικα βινυλίου στην Ευρώπη! Άντεξαν στην κρίση και στο χρόνο πουλώντας δίσκους σε αντίθεση με καταστήματα που πουλούσαν cd και τα οποία αποδεκατίστηκαν κυριολεκτικά.
Προλαβαίνετε να πάτε σήμερα ή αύριο στο Vinyl is back από τις 11 το πρωί έως τις 9 το βράδυ. Την Κυριακή μάλιστα στις 4.30μμ υπάρχει και αφιέρωμα στον Νικόλα Άσιμο όπου θα ακουστούν και ανέκδοτα τραγούδια του.
Επιστρέφοντας στη ζεστασιά, την οικειότητα και την ποιότητα ήχου του βινυλίου θα πρέπει να σημειώσουμε πως πολλοί δημιουργοί, νέοι και παλιότεροι σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και στη χώρα μας, κυκλοφορούν τις δουλειές τους αποκλειστικά σε βινύλιο, ή και στα δύο format. Δηλαδή και cd και βινύλιο.
Η επιστροφή μιας τεχνολογίας παλιότερης δεν αισθάνομαι πως είναι οπισθοδρόμηση. Θεωρώ πως είναι μια πράξη αποκατάστασης της αληθούς τάξης των πραγμάτων και εν τέλει η αναγνώριση μιας σπουδαίας αξίας που κρύφτηκε, θόλωσε και πέρασε στα μετόπισθεν από την ταχύτητα μιας εποχής που βιάζεται. Που βιάζεται πολύ.
Ας χαλαρώσουμε λοιπόν και ας ακούσουμε έναν δίσκο βινυλίου απ τα παλιά, απολαμβάνοντας τον με το ποτό, ή τον καφέ που μας αρέσει περισσότερο…