Ομιλία στη συζήτηση επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος, σύμφωνα με τα άρθρα 110 του Συντάγματος και 119 του Κανονισμού της Βουλής.
Ακολουθεί το κείμενο της ομιλίας
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
βασικό κύτταρο της εξέλιξης του πολιτισμού είναι η αναθεώρηση του βασικού χάρτη της πολιτικής συνύπαρξής μας. Η Αναθεώρηση του θεμελιώδους νόμου που αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πολιτών, καθώς και τους βασικούς κανόνες του κράτους, ξεκινά σήμερα στην Ολομέλεια της Βουλής. Καλούμαστε στην παρούσα βουλευτική περίοδο να καταγράψουμε την εξέλιξη του πολιτεύματός μας μέσα στο πεδίο αντιπαράθεσης ή και σύγκρουσης ακόμα των ιδεών ανάμεσα σε κατηγορίες πολιτών με διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες, αλλά και συμφέροντα. Θα αποτυπωθεί εδώ η σημερινή εικόνα που διαμορφώνεται από τη διαπάλη μέσα στην κοινωνία του συμφέροντος των πολλών και εκείνου των ολίγων και κατεχόντων οικονομική δύναμη και εξουσία.
Από τον Αύγουστο του 2018 απαλλαγήκαμε από τις δουλείες των μνημονίων, τα οποία επέβαλε η κρίση, αφήνοντας πίσω και τις παρεκκλίσεις από τη συνταγματική νομιμότητα που επέβαλαν οι απαιτήσεις των δανειστών μας, γιατί υπήρξαν παρεκκλίσεις από τη συνταγματική τάξη. Να θυμίσω τον κατάπτυστο υποκατώτατο μισθό και την έλλειψη διαπραγματεύσεων για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Αφήνοντας πίσω, λοιπόν, την αναγκαστική συνδιαλλαγή μας με μη θεσμοθετημένα όργανα όπως το Eurogroup, καλούμαστε να εργαστούμε τώρα προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της έκφρασης της λαϊκής κυριαρχίας, την ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της Βουλής, την κατοχύρωση της αυτονομίας της εκτελεστικής εξουσίας από κάθε είδους εξωθεσμικά κέντρα και παρεμβάσεις και επιτέλους να φροντίσουμε για την αποκατάσταση της τιμής και της αξιοπιστίας της πολιτικής. Μόνο έτσι αποκαθίσταται και δυναμώνει η εμπιστοσύνη των πολιτών στους δημοκρατικούς θεσμούς, μόνον έτσι ο πολίτης συμμετέχει συνειδητά και παραγωγικά στη δημοκρατική διαδικασία.
Θα ήθελα να θίξω ένα-δύο μόνο πεδία από όσα η παρούσα Συνταγματική Αναθεώρηση περιλαμβάνει και πρώτα-πρώτα εκείνα που αφορούν τη σχέση Πολιτείας-Εκκλησίας, που έχει τόσο ταλανίσει τον κοινό μας βίο ιστορικά.
Ευθύς εξαρχής να δηλώσω πως πιστεύω ότι η θρησκεία δεν έχει ανάγκη το Κράτος και το Κράτος δεν έχει ανάγκη τη θρησκεία. Θα πρέπει να πορεύονται παράλληλα πιστεύω, αλλά αυτό δεν κατέστη δυνατό από την πρώτη περίοδο της ζωής του νεότερου Ελληνικού Κράτους, όταν η βαυαρική εξουσία, δηλαδή του Θεόκλητου Φαρμακίδη, απέσπασε τις ελληνικές μητροπόλεις από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δημιουργώντας την Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος. Οι Βαυαροί θέλοντας να ασκήσουν πλήρη κυριαρχία επί του νέου Κράτους χρησιμοποίησαν την Ορθόδοξη Εκκλησία ως εργαλείο υπέρ του Κράτους, ως νομιμοποιητικό μηχανισμό της δικής τους εξουσίας, μετατρέποντας τη θρησκεία σε κρατική ιδεολογία. Οι κατοπινές εξουσίες τη χρησιμοποιούσαν ως δικαιολογία και άλλοθι σε στιγμές που η Δημοκρατία απειλείτο ή κατέρρεε. Να θυμίσουμε το ανάθεμα κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου, το «Ελλάς Ελλήνων χριστιανών» της χούντας των συνταγματαρχών, τα κηρύγματα από άμβωνος ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών, που τώρα γίνεται αποδεκτή και σεβαστή από την κυβερνητική πλειοψηφία.
Ένα άλλο σημείο που έχει να κάνει με τα της Εκκλησίας και του Κράτους είναι η θρησκευτική υποχρέωση για ορκοδοσία. Μα, δεν μπορεί να είναι υποχρέωση θρησκευτική κάτι που δεν προβλέπεται πουθενά στην ορθόδοξη πίστη. Προϋπόθεση καλής πίστης είναι ο εκκλησιασμός, η εξομολόγηση και η Θεία Μετάληψη. Δεν υπάρχει κανόνας ή άλλη υποχρέωση για θρησκευτικό όρκο. Ο Απόστολος Παύλος μάλιστα έχει πει ότι για όσους είναι κοντά στο Χριστό δεν έχει σημασία ποιος κάνει περιτομή και ποιος όχι, όλοι είναι πλάσματα του Θεού.
Πόσοι και πόσες άλλωστε δεν κρύφτηκαν πίσω από το θρησκευτικό όρκο για να πράξουν παράνομα; Πόσοι δεν επικαλέστηκαν ως μεσάζοντα το Ιερό Ευαγγέλιο για να επιτελέσουν ακολούθως αμαρτίες και παρανομίες και όσον αφορά τη σφαίρα του κράτους και των οικονομικών και τόσα άλλα, που όλοι γνωρίζουμε; Τουλάχιστον όταν κάποιος επικαλείται την τιμή και την υπόληψή του δίνοντας όρκο διακινδυνεύει, εκποιεί, βάζει σε κίνδυνο ό,τι πιο πολύτιμο έχει ως μέλος της κοινωνίας. Δική του είναι η τιμή και η υπόληψή και όπως θέλει τη χειρίζεται. Όμως, το Ιερό Ευαγγέλιο δεν μπορεί ο καθείς να το χρησιμοποιεί ως δικαιολογία και ως άλλοθι.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για τη Συνταγματική Αναθεώρηση αναζητά τη θεσμική ισορροπία φροντίζοντας να κατοχυρώσει τη λαϊκή κυριαρχία και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών, απέναντι στο ίδιο το Κράτος, τους θεσμούς και τη δημοκρατική λειτουργία. Η συνταγματική κατοχύρωση του συστήματος της απλής αναλογικής είναι τεράστιο ποιοτικό άλμα προς τα εμπρός. Μα, ως πότε θα χειρίζονται τις τύχες μας κυβερνήσεις πλειοψηφίας στη Βουλή, αλλά μειοψηφίας στο εκλογικό σώμα και την κοινωνία; Η γενναία πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για αποσύνδεση των εκλογών από την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας δίνει αέρα ζωής στο πολιτικό μας σύστημα να λειτουργήσει συναινετικά, συνεργατικά και με γενναιότητα να αντιμετωπίσει την ανάγκη συμπόρευσης και δημιουργικής συμφωνίας σε αυτά που μας ενώνουν.
Να σημειώσουμε και την πρόταση για δυνατότητα της μειοψηφίας να προτείνει τη σύσταση εξεταστικών επιτροπών, λειτουργία θετική για τη δημοκρατική λειτουργία του Κοινοβουλίου και τον σεβασμό των δικαιωμάτων της αντιπολίτευσης.
Το θέμα γύρω από τον νόμο «περί ευθύνης Υπουργών» πρέπει επιτέλους να τακτοποιηθεί, όπως το απαιτεί το σύνολο του ελληνικού λαού. Η αποσβεστική προθεσμία θα πρέπει να καταργηθεί υπερψηφίζοντας την αναγκαία ερμηνευτική δήλωση.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
στη διαδικασία Αναθεώρησης του Συντάγματος μας που ξεκινά σήμερα, καλούμαστε να αποδείξουμε ως πολιτικές δυνάμεις ότι τιμούμε τον λαό, που στην περίοδο της κρίσης «έβαλε πλάτη» βλέποντας τις δημοκρατικές του κατακτήσεις και τα δικαιώματα να συρρικνώνονται. Πρέπει να επιστρέψουμε στον ελληνικό λαό τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια του. Πρέπει να του παραδώσουμε ένα αναμορφωμένο Σύνταγμα, που απαντά στις αγωνίες και ανάγκες της εποχής μας.