Η ηθοποιός Μάγια Λυμπεροπούλου, που έφυγε πρόσφατα, ήταν μια θεατρίνα με ξεχωριστή προσωπικότητα ανάμεσα στους ομοτέχνους της.
Δεν ήταν αυτό που λέμε «αναγνωρίσιμη» από το μεγάλο κοινό ή «λαϊκό είδωλο». Ήταν όμως η αγαπημένη μεγάλης μερίδας των φανατικών θεατρόφιλων, μούσα σπουδαίων δημιουργών όπως ο Κάρολος Κουν και δασκάλα έμμεση ή άμεση πλήθους ηθοποιών, σκηνοθετών, αλλά και σκηνογράφων, μουσικών και πολλών άλλων που εμπλέκονται στη θεατρική διαδικασία.
Σε πολύ νεαρή ηλικία, αφήνει πίσω της τις σπουδές στη Νομική Σχολή της Αθήνας και βρίσκεται μαθητευόμενη ηθοποιός στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Σε μια βραδιά γίνεται πρωταγωνίστρια και επάξια κρατά τον τίτλο για πολλές δεκαετίες. Στο «Υπόγειο» του Τέχνης, συνθέτει εξαιρετικούς ρόλους και κάθε εμφάνισή της είναι καλλιτεχνικό γεγονός. Η ανήσυχη Μάγια όμως εξαφανίζεται από τη σκηνή εν μιά νυκτί και βρίσκεται στο Παρίσι, όπου σπουδάζει κινηματογράφο. Αυτό κατά την περίοδο της δικτατορίας. Με την πτώση της Χούντας επιστρέφει και τότε αρχίζει ένα κομμάτι της ζωής της που έμεινε στο σκοτάδι από τα πιο πολλά ΜΜΕ, ακόμα και στα κείμενα που της αφιέρωσαν για την αποδημία της.
Το 1975 λοιπόν επιστρέφουν, από τις χώρες της Ευρώπης κυρίως, πολλοί καλλιτέχνες και διανοούμενοι που είχαν για πολιτικούς λόγους καταφύγει εκεί. Μια τέτοια συντροφιά, με επικεφαλής τον σπουδαίο σκηνοθέτη και θεατράνθρωπο Λεωνίδα Τριβιζά, δημιουργεί το Λαϊκό Πειραματικό Θέατρο. Μάριος Πλωρίτης, Δημήτρης Σπάθης, Πέτρος Μάρκαρης, Ελένη Βαροπούλου, Γιάννης Φέρτης, Ξένια Καλογεροπούλου, Τάσος Υφάντης. Δημιουργείται παράλληλα και η Δραματική Σχολή του ΛΠΘ. Εκεί λειτούργησε και η πρώτη άτυπη σχολή Θεατρολογίας. Βραχύβια ήταν η παρουσία και του Θεάτρου και της Σχολής. Όμως ο απολογισμός είναι σημαντικός σε ποιότητα. Παραστάσεις, θεωρητικές εργασίες κ.λπ.
Η παρουσία της Μάγιας στη Σχολή ήταν καθοριστική. Ήρθε πίσω στην πατρίδα με ενθουσιασμό και ιεραποστολική διάθεση. Μίλησε στους μαθητές της και εφάρμοσε στη διδασκαλία της ό,τι πιο σύγχρονο και πρωτοποριακό υπήρχε στο παγκόσμιο θέατρο εκείνη την εποχή. Λάτρευε τη θεατρική μέθοδο του Γκροτόφσκι. Ήταν αυστηρή δασκάλα. Αφοσιωμένη στο έργο της. Με εμμονή στην λεπτομέρεια. Αυτά που ζητούσε από τους μαθητές της, τα είχε πρώτα η ίδια βιώσει.
Θυμάμαι, ως μαθητής στη σχολή, τις ατέλειωτες πρόβες που έκανε για ένα ταγκό κάποιων δευτερολέπτων στο έργο του Μπ. Μπρεχτ «Οι γάμοι των μικροαστών». Δεν επαναλάμβανε απλώς τα βήματα. Ενσωμάτωνε στη χορογραφία τον ρόλο, την εποχή, το θεατρικό και πολιτικό μήνυμα του συγγραφέα, την κατεύθυνση του Τριβιζά για την παράσταση. Όλα αυτά μετουσιώνονταν σε μια γοητευτική και αιθέρια ύπαρξη, που όταν ανέβηκε στη σκηνή, με το κοστούμι του ρόλου, τους φωτισμούς, το σκηνικό, την όλη παράσταση, απογειώθηκε πραγματικά. Έλαμπε χωρίς να επιδιώκει να συσκοτίσει κανέναν. Εντασσόταν στο σύνολο με σεβασμό, ευγένεια και αρχοντιά.
Μετά την περίοδο του ΛΠΘ, συνεργάστηκε με το Θέατρο Τέχνης ξανά, μετά από πολλά χρόνια, το Εθνικό Θέατρο, διετέλεσε διευθύντρια στο ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας και εμφανίστηκε και σε άλλα θέατρα με μεγάλη επιτυχία.
Η Μάγια τα τελευταία χρόνια είχε αποσυρθεί διακριτικά. Θα μείνει στη σκέψη του κοινού, των συνεργατών της, των μαθητών της, σαν μια ξεχωριστή θεατρική περίπτωση. Όχι ως παράδειγμα προς μίμηση, αυτό είναι λίγο γι’ αυτήν, αλλά σαν το μέγιστο μάθημα για όποιον/α ανεβαίνει στο σανίδι του θεάτρου δημιουργώντας τη δική του/της θεατρική προσωπικότητα και διεκδικεί εντέλει την παρουσία του/της εκεί πάνω.
Γιατί η Μάγια ήταν και θα είναι πάντα μαγική.
Πηγή: Η Αυγή