Γράφει ο Πάνος Σκουρολιάκος*
Η ανάγκη πολλών εφημερίδων να διασωθούν οικονομικά, τις οδήγησε σε μια αληθινή βιομηχανία εκδόσεως παράλληλων εντύπων, που προσφέρονται αντί ενός χαμηλού αντιτίμου στους αναγνώστες, μαζί με την εφημερίδα.
Αυτή η μαζική κυκλοφορία βιβλίων, κυρίως «απλοποιημένης» λογοτεχνίας, έρχεται από μακριά. Το μεγάλο, το «λαϊκό» κοινό, δεν ήταν σε θέση να αγοράσει και να έρθει σε επαφή με κορυφαία, σημαντικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Βρήκε λοιπόν σε αυτές τις εκδόσεις την δίοδο που είχε ανάγκη για τον κόσμο της ανάγνωσης και του βιβλίου.
Στην Αθήνα της εποχής του Όθωνα, εμφανίζεται το παιδικό περιοδικό « Μύρια Όσα», με θέματα παιδαγωγικά. Στα επόμενα χρόνια, το περιοδικό για μεγάλους «Εκλεκτά Μυθιστορήματα», που εμφανίζεται το 1884, τολμά την έκδοση λογοτεχνικών έργων με τίτλους εμπορικούς για την εποχή, όπως «Το Χανουμάκι», ο «Μαρμαρωμένος Βασιλιάς», ή η «Μαρία η Πενταγιώτισα», όλα σε έκταση περίπου 80 σελίδων. Στη συνέχεια, έχουμε βιβλία που απευθύνονταν σε παιδιά και ήταν μεταφράσεις έργων του Δουμά, του Ντίκενς, του Θερβάντες κ.α. Έχουμε ακόμα εκδόσεις μικρών αυτοτελών φυλλαδίων, που περιείχαν σε περίληψη γνωστά μυθιστορήματα. Στις εκδόσεις της εφημερίδας «Ακροπόλις», τυπώνονται έργα όπως «Η Πλωτή Πόλις και άλλα διηγήματα» του Ιουλίου Βέρν, ο «Κατάσκοπος και άλλα διηγήματα» του Μαξίμ Γκόρκυ, «Η Νανά» του Εμίλ Ζολά. Δεν άργησαν να κάνουν και την εμφάνιση τους έργα της γηγενούς παραγωγής, όπως η «Γκόλφω» του Περεσιάδη, η «Κυρα – Φροσύνη» του Μελισσιώτη και ο «Κατσαντώνης» του Ράμφου. Βεβαίως, στα πλαίσια αυτής της μαζικής παραγωγής φθηνών και ευπώλητων βιβλίων, θραύση κάνουν οι Ονειροκρίτες, οι Καζαμίες και οι Βίοι Αγίων. Ανακαλύπτουν ακόμα και εκδίδουν, αριστουργήματα της μεσαιωνικής μας λογοτεχνίας, όπως το «Γαϊδάρου λύκου και αλωπούς ιστορία», το 1871. Αλλά και τον «Ταρτούφο» του Μολιέρου και «Το καλόν και το Κακόν» του Μοντεγκάτσκα. Υπάρχουν και «χρηστικά» για κάθε περίπτωση βιβλία όπως η «Ανθοδέσμη αλληλογραφίας των καρδιών ή Κρυπτογραφικός Τηλέγραφος Εραστών»! Ακόμα η «Πατρική Συμβουλή προς την Θυγατέρα μου». Φαίνεται πως τα δύο αυτά βιβλία αντιμάχονταν μεταξύ τους, όμως και τα δυό, είχαν μεγάλη εκδοτική επιτυχία.
Περνώντας τα χρόνια, εκεί γύρω στα 1920, συναντάμε δύο μεγάλες κατηγορίες βιβλίων, με τα χαρακτηριστικά αυτών των μαζικών εκδόσεων. Είναι το αισθηματικό βιβλίο για τις γυναίκες (ως που να φθάσουμε στο Άρλεκιν), και το περιπετειώδες για τους άνδρες. Για αυτήν την εξέλιξη, αλλάζουμε και ήπειρο. Τα πρότυπα και η μόδα εγκαταλείπουν την ευρωπαϊκή αναφορά, και αναζητούν νέες ιδέες στην αμερικάνικη ήπειρο. Η υπερατλαντική κουλτούρα, κερδίζει έδαφος. Βιβλία σε μικρό σχήμα, κατακτούν το λαϊκό κοινό, με αισθηματικού τύπου νουβέλες αλλά και νέα είδη ενδιαφερόντων. Έχουμε λοιπόν βιβλία «πονηρού» περιεχομένου, όπως τα « Απόκρυφα του ποδόγυρου» ή «Οι δύο ερασταί – Τάκης και Νίνα». Αυτή την εποχή, εκδίδονται και έργα της «Πατριωτικής Βιβλιοθήκης», όπως ο «Οδυσσεύς Ανδρούτσος» από τον Μπάμπη Άννινο, «Η άλλωσις της Γραμβούσης» του Ιωάννη Κονδυλάκη και ο «Αθανάσιος Διάκος» του Τίμου Μωραϊτίνη. Η συμμετοχή σημαντικών συγγραφέων στη δημιουργία έργων που πληρούν τις προϋποθέσεις μαζικών – λαϊκών εκδόσεων, ήταν ένας τρόπος ώστε να εξασφαλίζουν και τα προς το ζην. Τέλος, μεταφέρεται εδώ, ένα νέο λογοτεχνικό είδος που έμελε να δημιουργήσει φανατικούς αναγνώστες. Είναι το αστυνομικό μυθιστόρημα που αποκαλύτπτει τον απόλυτο λογοτεχνικό ήρωα. Τον ντεντέκτιβ Σέρλοκ Χόλμς που μας συντροφεύει έως και σήμερα!
Μεγάλο κεφάλαιο είναι και εκείνο των εκδόσεων βιβλίων – περιοδικών, που σε συνέχειες, παρουσίαζαν ιστορίες αγαπημένων λογοτεχνικών ηρώων όπως ο Ταρζάν, ο Μικρός Ήρωας και άλλοι. Ο Νίκος Ρούτσος δημιουργεί το περιοδικό «Γκαούρ Ταρζάν», όπου πλάι στον δημοφιλέστατο, πλην ξενόφερτο Ταρζάν, βάζει και τον Έλληνα Γκαούρ. Ο Στέλιος Ανεμοδουράς στα μετακατοχικά χρόνια, δημιουργεί ένα παιδί ήρωα, τον Γιώργο Θαλάσση, που στα χρόνια της κατοχής μαζί με την παρέα του, τον Σπίθα και την Κατερίνα, μάχονται και ρεζιλεύουν τους κατακτητές. Η «Μάσκα», διακονεί τον χώρο της αστυνομικής λογοτεχνίας. Με διευθυντή τον Απόστολο Μαγκανάρη, ξεκινά το 1935, αντιγράφοντας την αμερικάνικη «Black Mask». Ο Τζίμυ Κορίνης ήταν αυτός που την ξαναζωντάνεψε, στις εκδόσεις Δαρεμά, ως την δεκαετία του ΄60. Αντίπαλο δέος στην «Μάσκα», ήταν το «Μυστήριο» με την ίδια θεματολογία.
Μεγάλη λοιπόν η παράδοση βιβλίων προσιτών στα χαμηλά βαλάντια και στους «απαράσκευους» για πιο σύνθετα και απαιτητικά βιβλία αναγνώστες. Για πόσους όμως δεν υπήρξαν ο προθάλαμος αυτής της υψηλότερης σε επίπεδο, λογοτεχνίας. Για πόσους δεν υπήρξαν οι πληροφοριοδότες έστω, όσον αφορά έργα μεγάλων συγγραφέων που δεν θα μπορούσαν αλλιώς να ανακαλύψουν. Αυτή η διαδικασία, συνεχίζεται ως τα σήμερα. Μια ματιά να ρίξει κανείς στις προσφορές των κυριακάτικων εφημερίδων, θα ανακαλύψει θησαυρούς. Από Βίους Αγίων έως ημερολόγια εξερευνητών και έργα συγγραφέων βραβευμένων με Νόμπελ.
Μια βιομηχανία εκδοτική είναι, που κινείται παράλληλα με τις επίσημες δραστηριότητες των εκδοτικών οίκων. Κάνει κακό όμως στους κατ αποκλειστικότητα εκδότες, ιδίως με τα «πνευματικά δικαιώματα μιάς μέρας». Η εφημερίδα δηλαδή, καταβάλει αμοιβή για τα συγγραφικά δικαιώματα, μόνο για την ημέρα που προσφέρει το βιβλίο. Αυτό δεν μπορεί να το κάνει ένας εκδοτικός οίκος και είναι άδικο.
Όπως και να ΄χει όμως, το λαϊκό βιβλίο σε λαϊκή τιμή που γεννήθηκε στη χώρα μας με την ίδρυση του νεώτερου Ελληνικού κράτους, αγαπήθηκε από ένα μεγάλο κοινό. Επιτελεί το δικό του έργο και φυσικό είναι να υπάρχει, να ανανεώνεται και να εξελίσσεται έως την εποχή μας, με προβολή στο μέλλον.
Πηγές:
Κυριάκος Δ. Κάσσης : «Παραλογοτεχνία στην Ελλάδα 1830-1980» Εκδ. «Ιχώρ» 1985.
Εφημ. «Το Βήμα», 29/7/2012.
* Ο Πάνος Σκουρολιάκος είναι μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Περιφέρειας Αττικής.
(Αυγή 29/8/2015)