Θεσσαλονίκη του θεάτρου, πάντα καλά να κρατείς!
Οι θεατρίνοι σ’ αυτόν τον τόπο, από την εποχή της κραταιάς Αθηναϊκής Δημοκρατίας, περιόδευαν. Πέρα από τις εμφανίσεις τους στους μεγάλους δραματικούς αγώνες, στα Μεγάλα Διονύσια και τα Λήναια, διέτρεχαν τους δήμους της Αττικής παρουσιάζοντας τραγωδίες και κωμωδίες που είχαν διακριθεί στα έγκυρα «φεστιβάλ» της εποχής, σαν αυτά που προαναφέραμε. Σιγά σιγά οι εξορμήσεις τους επεκτάθηκαν σε όλον τον ελλαδικό χώρο, για να φτάσουν έως και τη Σικελία και τη Μεγάλη Ελλάδα.
Την ίδια πορεία κράτησε η συντεχνία του θεάτρου τους αιώνες που πέρασαν και έως τα σήμερα. Κατά τον 19ο αιώνα ταξίδευαν μέχρι τα κέντρα του εκτός Ελλάδος Ελληνισμού, όπως στη Κωνσταντινούπολη και την Αλεξάνδρεια. Αργότερα στη Γερμανία, την Αυστραλία, τον Καναδά και τις ΗΠΑ, όπου ζούσαν Έλληνες μετανάστες. Αλλά και στη χώρα μας. Δεν υπάρχει πόλη, κωμόπολη ή χωριό όπου να μην έχει δοθεί παράσταση. Σε κάποιο καφενείο, αίθουσα, κινηματογράφο, πλατεία ή προαύλιο σχολείου.
Αγαπημένος προορισμός των θεατρίνων διαχρονικά όμως ήταν και θα είναι πάντα η συμπρωτεύουσα. Η Θεσσαλονίκη των πολλών θεατρόφιλων κατοίκων της. Μέχρι σχεδόν τη δεκαετία του ΄80, η μόνη γηγενής θεατρική δραστηριότητα περιοριζόταν στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Τα πολλά και καλά θεατρικά της ταλέντα τα απορροφούσε η Αθήνα. Υπήρχαν όμως μονάδες και συλλογικότητες που έδιναν τη δική τους μάχη για ένα θεσσαλονικιώτικο θέατρο. Ο σκηνοθέτης Κυριαζής Χαρατσάρης, το «Θεατρικό Εργαστήρι Θεσσαλονίκης» με πολλούς σημαντικούς εντός του (Θόδωρος Τερζόπουλος, Ρούλα Πατεράκη, Ελένη Γερασειμίδου, Καρυοφιλιά Καραμπέτη, Παύλος Κοντογιαννίδης, Στέλιος Γούτης, Νίκος Ναουμίδης και πολλοί άλλοι). Αργότερα ο Νικηφόρος Παπανδρέου με την «Πειραματική Σκηνή Τέχνης». Αυτή τη στιγμή, πολλές θεατρικές ομάδες δρουν στη Θεσσαλονίκη με θαυμαστά αποτελέσματα.
Εχει ενδιαφέρον να δώσουμε κάποια στοιχεία για τη θεατρική κίνηση στη Θεσσαλονίκη, εκεί στον 19ο αιώνα , που η ανάπτυξη φέρνει και το θέατρο ξανά στην πόλη, μετά από αιώνες σιωπής κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής περιόδου και αργότερα λόγω της οθωμανικής κατοχής. Η σιδηροδρομική σύνδεση με την Ευρώπη, καθώς και η ανάπτυξη των θαλασσίων συγκοινωνιών, φέρνει μουσικούς θιάσους από τη Βιέννη αλλά και από πόλεις της Ιταλίας, ως σταθμό στο ταξίδι τους για τις μεγάλες θεατρικές πιάτσες της εποχής, όπως η Κωνσταντινούπολη, το Βουκουρέστι και η Σμύρνη. Οι θίασοι αυτοί παίζουν στη Θεσσαλονίκη και κάποια μέλη τους μένουν πιο μόνιμα σ’ αυτήν.
Το 1872, ο ηθοποιός Τζουράνοβιτς, που είχε έρθει ως μέλος του θιάσου «Λαμπρούνα», χτίζει ένα ξύλινο πολυτελές θέατρο, δίνοντάς του το όνομα «Theatre Francais – Γαλλικόν Θέατρον». Ήταν στη θέση των σημερινών οδών Ουγκώ και Βεροίας. Κάηκε στην πυρκαγιά του 1890. Άλλα θέατρα της εποχής ήταν το «Κονκόρντια», το «Εδέμ», που λειτουργούσε και ως καφέ σαντάν, το «Ολύμπια» στην παραλία, που αργότερα μετατράπηκε στο θρυλικό εστιατόριο «Όλυμπος Νάουσα», το «Αλάμπρα» και το «Ζούμπιτερ», που ήταν κοντά στο αμερικανικό προξενείο. Θερινά θέατρα ήταν το Θέατρο της «Κοινότητος» στο πάρκο της ΧΑΝΘ, που λειτουργούσε έως πριν τριάντα χρόνια περίπου ως καλοκαιρινό «Θέατρο Αυλαία», ο «Απόλλων», το «Ολύμπια», ο «Έσπερος» και άλλα πολλά.
Τι έβλεπαν τότε οι Θεσσαλονικείς; Ο θίασος «Λαμπρούνα» παρουσιάζει τον «Ερνάνη» του Βέρντι. Η «Εβραϊκή Λέσχη» παρουσιάζει με ερασιτέχνες ηθοποιούς τον «Σαούλ» του Αλφιέρι. Ο θίασος των Αντώνη και Αριάδνης Τασόγλου έρχεται από την Κωνσταντινούπολη και κάνει χρυσές δουλειές, γιατί (χωρίς να ξέρουμε ποιο ήταν το έργο) ο θιασάρχης είχε μια καλή διαφημιστική ιδέα. Έντυσε τον θίασο με χλαμύδες, φράκα, αρλεκίνικα κοστούμια και ό,τι άλλο διέθετε το βεστιάριο, κάνοντας παρέλαση στην Εγνατία και αναστατώνοντας τη ζωή της πόλης με αυτήν στην απρόσμενη και πρωτοφανέρωτη για τους Θεσσαλονικείς παράτα! «Γκιαούρ μασκαρασί» χαρακτήρισαν οι τουρκικές Αρχές το event της εποχής. Και Έλληνες, Φραγκολεβαντίνοι, Εβραίοι και Τούρκοι απήλαυσαν το ταλέντο του θιάσου και των θιασαρχών που απέδιδαν κωμικούς ρόλους στα ελληνικά αλλά και τα ουρκικά.
Ακολούθησαν στο κατοπινό διάστημα εμφανίσεις σπουδαίων θεατρίνων. Σπύρος και Διονύσης Ταβουλάρης, Ευαγγελία Παρασκευοπούλου, Χριστόφορος Νέζερ, Εδμόνδος Φύρστ κ.ά. Αργότερα έρχονται οι Κοτοπούλη, Παξινού, Μυράτ, Λογοθετίδης, Μινωτής, Κατράκης.
Το 1961 ιδρύεται το Κρατικό θέατρο Βορείου Ελλάδος, ανεβάζοντας τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή στο Αρχαίο Θέατρο των Φιλίππων. Με τη γέννησή του, το ΚΘΒΕ αγκαλιάζει όλη τη Βόρεια Ελλάδα, και δημιουργεί στους Φιλίππους, εκεί στο χωριό Κρηνίδες Καβάλας, την «Επίδαυρο του Βορρά».
Αιώνες λοιπόν θεατρικής ζωής στη Θεσσαλονίκη μορφοποίησαν τον Θεσσαλονικιό θεατρόφιλο. Το θέατρο είναι γι’ αυτόν συστατικό ζωής και ύπαρξης. Το καλοκαίρι γεμίζουν τα καλοκαιρινά θέατρα του «Δάσους», το «Δημοτικό», αλλά και το φεστιβάλ στις Συκιές, με τα ΔΗΠΕΘΕ και τα Κρατικά Θέατρα.
Η συντεχνία των θεατρίνων έχει πάντα τη Θεσσαλονίκη ως αναφορά και υποχρέωση να την επισκεφθεί και να παραστήσει. Δεν είναι απλώς μια «πιάτσα» όπου οι εισπράξεις ενδέχεται να είναι καλές. Είναι μέτρο επιτυχίας, επιβεβαίωση και τάμα στους αγίους του σανιδιού και της αυλαίας. Οι Έλληνες θεατρίνοι ακολουθούν τα χνάρια των Τασόγλου, Ταβουλάρη, Νέζερ, Κοτοπούλη και Παξινού με την προσωπική τους επάρκεια, αλλά σίγουρα και με τη δική τους θυμελική φλόγα.
Θεσσαλονίκη του θεάτρου, πάντα καλά να κρατείς!
Πηγή: Η ΑΥΓΗ