Η οργάνωση του νέου ελληνικού κράτους μετά την Επανάσταση του 1821 βασίστηκε στα υλικά αυτής της ίδιας της Επανάστασης. Οι επαναστάτες που προηγουμένως μπορεί να ήταν αγρότες, ναυτικοί, έμποροι, κλέφτες και αρματολοί, πέρασαν σε νέα καθήκοντα, νέους ρόλους. Από αυτή τη δεξαμενή αναδείχθηκε το πολιτικό προσωπικό του νέου κράτους.
Οι υπουργοί, οι πρωθυπουργοί, οι αξιωματικοί του στρατεύματος των άλλων σωμάτων, οι νέοι επιχειρηματίες.
Δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από την περιοχή της οργάνωσης του θεάτρου και κάποιος μπαρουτοκαπνισμένος αγωνιστής του ’21. Πρόκειται για τον Σπετσιώτη Ιωάννη Μπούκουρα, έναν επιτυχημένο έμπορο και καραβοκύρη, που μετά τον αγώνα για ελευθερία επιδόθηκε με επιτυχία σ’ επιχειρηματικές δραστηριότητες. Βεβαίως, η εμπλοκή του με το θέατρο δεν είχε το στοιχείο του κέρδους. Είχε να κάνει με μια σπουδαία πτυχή της προσωπικότητάς του. Την αγάπη του αγράμματου αγωνιστή και πλοιοκτήτη για τα γράμματα και τις τέχνες.
Εγκαταλείποντας το νησί του, έρχεται οικογενειακά στην Αθήνα για να στείλει τις κόρες του στο Παρθεναγωγείο. Παράλληλα, προσλαμβάνει και δασκάλους που παρέδιδαν ιδιαίτερα μαθήματα στα κορίτσια. Λένε πως παρακολουθούσε και ο ίδιος αυτές τις ιδιαίτερες παραδόσεις ώστε να πλουτίσει τις γνώσεις του, να μάθει κι αυτός γράμματα. Ο Μπούκουρας ήταν, επί της ουσίας, πολύ μπροστά από την εποχή του. Στην επιμονή της κόρης του Ελένης να σπουδάσει ζωγραφική και μιας και τα κορίτσια δεν μπορούσαν να γίνουν δεκτά σε μια σχολή καλών τεχνών γιατί υπήρχε σχέδιο ανδρικού γυμνού, πήρε μια απόφαση εξαιρετικής γενναιότητας. Πηγαίνει με την κόρη του στην Ιταλία, την ντύνει με ανδρικά ρούχα και ως νεαρός Μπούκουρας η Ελένη σπουδάζει ζωγραφική. Παντρεύεται τον Ελληνοϊταλό ζωγράφο Σαβέριο Αλταμούρα και κάνει σπουδαία καριέρα ως Ελένη Αλταμούρα.
Για να επιστρέψουμε στον Ιωάννη Μπούκουρα, πρέπει να πούμε πως μέχρι τη δημιουργία του πρώτου πέτρινου θεάτρου, η μοναδική αίθουσα που υπήρχε στην Αθήνα, ήταν ένα ξύλινο ταπεινό θέατρο στη σημερινή πλατεία Δημαρχείου, εκεί που είναι τώρα το κτήριο της Εθνικής Τράπεζας. Ήταν το «Θέατρο Σκοντζόπουλου».
Στη φτωχή τότε θεατρική ζωή της νέας πρωτεύουσας, δυναμικό ρόλο έπαιζαν ιταλικοί θίασοι, Ιταλοί λυρικοί τραγουδιστές και τραγουδίστριες, Ιταλοί επιχειρηματίες. Ένας από αυτούς, ο Ιωσήφ Καμιλιέρι, ζήτησε από την κυβέρνηση να του παραχωρηθεί άνευ αντιτίμου κάποιο οικόπεδο ώστε να χτίσει ένα πέτρινο, θέατρο, όπως ήταν τα θέατρα παντού στην Ευρώπη. Η κυβέρνηση δέχτηκε και του παραχωρήθηκε χώρος εκτός της πόλεως των Αθηνών, στη θέση Γεράνι, κοντά στο σημερινό Εθνικό Θέατρο. Πλην όμως ο Καμιλιέρι δεν κατόρθωσε να βρει χρήματα για την ανοικοδόμηση του θεάτρου. Έτσι λοιπόν κηρύχθηκε έκπτωτος. Τη σκυτάλη παραλαμβάνει ο συμπατριώτης του τενόρος Β. Σανσότι και το 1839 παραδίδει ένα νέο λιθόκτιστο θέατρο με 112 θέσεις πλατείας και τρεις σειρές θεωρείων, με την ονομασία: «Θέατρο Αθηνών».
Το 1844, ο Ιωάννης Μπούκουρας, πουλώντας το ιστιοφόρο του «Θαλάσσιος Ίππος», αγοράζει το «Θέατρο Αθηνών», που από ‘δω και πέρα για το κοινό, είναι το «Θέατρο Μπούκουρα». Ο καπετάνιος παραλαμβάνει ένα θέατρο βουτηγμένο στα χρέη. Αιτία ήταν η επιμονή της προηγούμενης διεύθυνσης στο ελληνικό ρεπερτόριο και τους Έλληνες ηθοποιούς. Αλλοίμονο όμως. Το κοινό προτιμούσε τους Ιταλούς τριτοκλασάτους λυρικούς καλλιτέχνες από το νέο γηγενές θεατρικό δυναμικό που πάσχιζε να σταθεί στα πόδια του.
Παραλαμβάνοντας το «Θέατρο Αθηνών», το νέο του αφεντικό κατόρθωσε σαν μπαρουτοκαπνισμένος και έμπειρος καραβοκύρης να το κρατήσει όρθιο, εν μέσω πολλών τρικυμιών. Επέμεινε ελληνικά, παραχωρώντας το σε Έλληνες θεατρίνους που έδιναν παραστάσεις μέχρι το 1854, όταν διέκοψαν για κάποιο διάστημα, λόγω ελλείψεως γυναικών ηθοποιών. Και οι δύο πρωταγωνίστριες παντρεύτηκαν!
Το 1857 ο Γρηγόριος Καμπούρογλου ανεβάζει τη «Λουίζα Μύλλερ» του Σίλερ. Ακολουθούν ιταλικά μελοδράματα, κι άλλοι ιταλικοί θίασοι έως και γαλλική όπερα. Ο αγράμματος πλην όμως φιλοπρόοδος Ιωάννης Μπούκουρης πλέον, κατόρθωσε να συνομιλεί με όλη την αθηναϊκή διανόηση της εποχής του, που σύχναζε στο θέατρό του.
Αν ερευνήσει κανείς τη βιβλιογραφία γύρω από την οικογένεια Μπούκουρα, θα ανακαλύψει πλήθος εργασιών και πληροφοριών για την κόρη του, τη σπουδαία ζωγράφο Ελένη Αλταμούρα. Να σημειώσουμε πως η Ελένη ενέπνευσε το θέμα του μυθιστορήματος της Ρέας Γαλανάκη «Ελένη ή ο κανένας».
Λιγοστές οι πληροφορίες για τον Ιωάννη Μπούκουρα. Όμως χάρη σε αυτόν η κόρη του έγινε τόσο σπουδαία και χάρη στη δική του λαχτάρα και έμπνευση ο θαλασσοδαρμένος καπετάνιος και αγωνιστής του ’21 μεταμορφώθηκε σε μέλος της θεατρικής συντεχνίας, βοηθώντας τα γράμματα και τις τέχνες στα πρώτα βήματα του νέου ελληνικού κράτους . Ο Μπούκουρας δεν έβγαλε λεφτά από το θέατρο. Έβαλε χρήματα σε αυτό πλησιάζοντας έτσι τις λαχτάρες και τα όνειρά του.
*Ο Πάνος Σκουρολιάκος είναι μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Περιφέρειας Αττικής
Πηγές: Χ. Πατέρας “Τα θέατρα των Αθηνών”, εκδ. Συλλογές Α. Βουρνάς (1997).