Μπακαλχοράνι, το καρναβάλι των Ρωμιών της Πόλης

Μπακαλχοράνι, το καρναβάλι των Ρωμιών της Πόλης

Η ρωμιοσύνη της Κωνσταντινούπολης, είχε από παλιά το δικό της καρναβάλι. Μπακαλχοράνι λεγότανε και ο τόπος όπου λάβαινε χώρα, ήταν τα Ταταύλα ή Κουρτουλούς

Ένα παλιό συνήθειο των Ρωμιών της Πόλης ήταν να γιορτάζουν το δικό τους καρναβάλι. Ξεφάντωμα στο οποίο ακολουθούσαν και Τούρκοι, Αρμένιοι, Βούλγαροι, Εβραίοι και άλλοι πολλοί. Η πανάρχαια ανάγκη του ανθρώπου πίσω από τη μάσκα να προβάλει, να σατιρίσει και να καυτηριάσει στραβά κι ανάποδα της ζωής λυτρώνει την κοινωνία από πολλές εντάσεις.

Η ρωμιοσύνη της Κωνσταντινούπολης, λοιπόν, είχε από παλιά το δικό της καρναβάλι. Μπακαλχοράνι λεγότανε και ο τόπος όπου λάβαινε χώρα, πάντα την Καθαρά Δευτέρα, ήταν τα Ταταύλα ή Κουρτουλούς. Μια συνοικία κοντά στο Πέραν, εξαιρετικά ανηφορική. Δεν ανεβαίνεις εύκολα τη μεγάλη ανηφόρα, εξ ου και το: «Καροτσέρη τράβα να πάμε στα Ταταύλα». Στο ψηλότερο σημείο υπάρχουν οι ναοί του Αγίου Δημητρίου και του Αγίου Αθανασίου. Ανάμεσά τους, ατέλειωτα μποστάνια παλιότερα, πυκνή δομή πολυκατοικιών σήμερα. Τα Ταταύλα ήταν μια συνοικία αποκλειστικά ελληνική σύμφωνα με οθωμανικό φιρμάνι. Έντονη ήταν πάντα και η πνευματική της ζωή. Από τον 19ο αιώνα δίνονταν εκεί παραστάσεις θεατρικών έργων και γίνονταν εκδόσεις βιβλίων συγκεντρώνοντας πλήθος φιλότεχνων και διανοουμένων της εποχής. Ονομαστές και με σημαντική πολιτιστική δραστηριότητα ήταν η Φιλανθρωπική Αδελφότης Ταταούλων καθώς και η Φιλόπτωχος Αδελφότης Ταταούλων. Δραστήρια θεατρικά συγκροτήματα όπως ο Ελληνικός Αγαθοεργός Θίασος Ταταούλων και το Εαρινόν Θέατρον Ταταούλων συμπλήρωναν την πνευματική ζωή της διάσημης ακόμα και σήμερα γειτονιάς της βασιλεύουσας.

Πολλές ερμηνείες υπάρχουν για την ονομασία των αποκριάτικων αυτών γιορτών. «Μπακλά» στα τούρκικα σημαίνει «κουκιά». «Xoρντάν» στα περσικά σημαίνει «τρώω». Αλλά και το «χορόν» σημαίνει «κυκλικός χορός». Στήνονταν λοιπόν τρικούβερτοι χοροί από Ταταυλιανούς και λοιπούς Ρωμιούς της Πόλης στο ξέφωτο του Αϊ-Δημήτρη, εκεί που είναι σήμερα το τέρμα των λεωφορείων. Το χασαποσέρβικο, τα ρεμπέτικα και βέβαια τα πολίτικα τραγούδια ξεσήκωναν όχι μόνο τους Ρωμιούς αλλά και όλους τους άλλους συμμετέχοντες. Στο Μπακαλχοράνι εμφανίζονταν όχι μόνο μουσικοί αλλά και ζογκλέρ, λατέρνες και άρματα καρναβαλιστών. Ομαδικά μασκαρέματα σε κάθε γειτονιά, που φρόντιζε ώστε να ξεχωρίσει σε χιούμορ και πρωτοτυπία. Έλληνες λήσταρχοι με φουστανέλες και φέσια, γιατροί που εξέταζαν «αρρώστους» και ξεγεννούσαν «ετοιμόγεννες» στη μέση του δρόμου, κηδείες με «φέρετρα», «παπάδες» και «εξαπτέρυγα» παρήλαυναν ενώ το ρακί έρεε άφθονο! Τα φαγητά ήταν νηστήσιμα, ενώ στις πλαγιές των Ταταύλων γινόταν και το πέταγμα του «ουτσουρμά», δηλαδή του χαρταετού.

Όπως κάθε τέτοιου είδους εκδήλωση, έτσι κι αυτές οι πολίτικες αποκριές δεν μπορούσε παρά να θεωρούνται κακόφημες για τις «καλές οικογένειες» της Πόλης. Αυτές έδιναν συνήθως δεξιώσεις στα σπίτια τους ή έπαιρναν μέρος σε χορούς μέσα σε κοινοτικές αίθουσες ή πολυτελή κέντρα.

Στην κορυφή των Ταταύλων όμως Ρωμιοί παρέα με Τούρκους, Εβραίους, αλλά και μέλη άλλων εθνοτήτων γλεντούσαν και πίσω από το μασκάρεμα εκείνης της ημέρας έκαναν τη δική τους κριτική στα καλά και τα δύσκολα της ζωής.

Το Μπακαλχοράνι άρχισε γύρω στα 1920 να φθίνει μέχρι που στα 1941 έσβησε τελείως. Όμως, όπως όλα τα δυνατά στοιχεία του κοινωνικού βίου, έτσι κι αυτό είχε αφήσει πίσω του μια φήμη δυνατή, που πυροδοτούσε τη νοσταλγία. Οι παλιοί Ρωμιοί της Πόλης, οι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν τα τελευταία χρόνια εκεί αλλά και Τούρκοι νοσταλγοί του ρωμαίικου καρναβαλιού το αποζήτησαν και το ζωντάνεψαν ξανά. Το 2009 κι ακόμα το 2010, στο πλαίσιο της Κωνσταντινούπολης ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, το Μπακαλχοράνι ξαναζωντάνεψε!

Πρωτεργάτες, δύο Ελλαδίτες που ζουν στην Πόλη και ένας Τούρκος. Η Μαρίνα Δρυμαλίτου, ο Χάρης Θεοδωρέλης, καθηγητής Λατινικών στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου και συνιδρυτής του ελληνοτουρκικού ρεμπέτικου συγκροτήματος Ταταυλιανό Κέφι (Tatavla Keyfi), και ο συγγραφέας του βιβλίου «Το Κουρτουλούς (Ταταύλα) που έζησα» Χουσεΐν Ιρμάκ.

Ντύθηκαν ξανά αποκριάτικες στολές λοιπόν, παρέλασαν, ρεμπέτικες κομπανίες σκόρπισαν το κέφι, πήρε μέρος και το χορευτικό συγκρότημα της Μεγάλης του Γένους Σχολής, ενώ «ενισχύσεις» από τη Θεσσαλονίκη κυρίως συμμετείχαν στα γλέντια.

Δεν σβήνει η σπίθα λοιπόν. Και μακάρι το πατροπαράδοτο γλέντι των Ρωμιών της Πόλης να ζωντανεύει κάθε χρόνο. Είθε το πατροπαράδοτο Μπακαλχοράνι να διασκεδάζει πάντα τους ανθρώπους και να τους συμφιλιώνει για ό,τι καλό, ό,τι δημιουργικό.

Πηγή: Η ΑΥΓΗ